Κεντρική σελίδαSitemapΕπικοινωνία
 
Βρίσκεστε εδώ : Κεντρική σελίδα » Το Περιοδικό » Τεύχος 02 2010 » Ου ήλιους ιπηδούσι όρη κι βουνά Κι ου Γιάννης ιπηδούσι χαμουλάγκαδα

Γιώργος Τσιριγώτης , 12. August 2010 

Ου ήλιους ιπηδούσι όρη κι βουνά Κι ου Γιάννης ιπηδούσι χαμουλάγκαδα

Αν και ο παραλληλισμός του στίχου από το δημοτικό μας τραγούδι «Ου ήλιους κι ου Γιαννάκης» είναι αρκετά σαφής για το άνισο και το προδιαγεγραμμένο της κατάληξης στον «αγώνα δρόμου» που περιγράφει, αν και -για χίλιους δυο λόγους- εμείς είμαστε με τον Γιαννάκη, ωστόσο οι ακόλουθες σκέψεις είναι αναπόφευκτες.
Διαβάζοντας, στο 1ο τεύχος του «Κυττάρου», το παράπονο στο σημείωμα του Γιάννη Μαρίνου για την Ιερισσιώτικη Παράδοση που χάνεται, ένα πικρό χαμόγελο –δηλωτικό του αναπότρεπτου- ήρθε στα χείλη μου, και στο μυαλό μου ο μύθος για τον χρησμό της Πυθίας που ζήτησε και πήρε από το Μαντείο των Δελφών ο Ιουλιανός ο «Παραβάτης», για το αν θα ξαναζήσει ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός. Με την ευκαιρία να σημειώσουμε, σαν μια πρόκληση γι’ αυτούς που ενδιαφέρονται, το πόσο συκοφαντημένη ιστορική προσωπικότητα είναι ο Ιουλιανός από το ιερατείο1.

Είπε λοιπόν τότε η Πυθία:
«Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσαι δαίδαλος αὐλά, ούκέτι Φοῖβος ἕχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην, οὐ παγἁν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὓδωρ», όπερ σημαίνει μεθερμηνευόμενο στην καθομιλουμένη μας: «Τι ψάχνεις τώρα ρε Ιουλιανέ, ψύλλους στ’ άχυρα; Τα χρόνια άλλαξαν, πάνε τελείωσαν αυτά».

Οι αιώνες πέρασαν και αυτό που έμεινε σήμερα σαν συμπέρασμα και σαν απόσταγμα είναι πως μπορεί οι ναοί και τα αγάλματα του αρχαίου κόσμου να συλήθηκαν και να καταστράφηκαν από τους χριστιανούς, αλλά τα βιβλία και η φιλοσοφία του, η αρμονία και το μέτρο της τέχνης του, έμειναν και άνοιξαν δρόμους στις μετέπειτα κοινωνίες μας, μέχρι σήμερα. Κι αυτό γιατί είχαν ποιότητα και αλήθεια που κρατάει στους αιώνες.
Έτσι γίνεται και με τα τραγούδια μας και με την παράδοση. Ας μην την βλέπουμε μεταφυσικά και ας μην προσπαθούμε να την επιβάλλουμε σαν πρωτεύουσα πολιτιστική πρόταση στην εποχή μας, είναι βέβαιο ότι και θα αποτύχουμε και –σε τελευταία ανάλυση- δεν θα της κάνουμε καλό. Πρέπει να την δούμε ψύχραιμα και να την τοποθετήσουμε στην εποχή της. Δεν γίνεται σήμερα οι νέοι να διασκεδάζουν με το «στα μάρμαρα πατούσαν κι κουρνιάχτιζαν», όσο όμορφο στίχο κι αν έχει. Η εμμονή οδηγεί σε ένα πολιτιστικό «Κωσταλέξι». Το χρέος μας είναι να την σώσουμε για να την βρουν, όσοι θελήσουν να την βρουν, αργότερα, όπως αυτοί που υιοθετήθηκαν και ψάχνουν τους πραγματικούς τους γονείς όταν μεγαλώνουν.
Τα πράγματα με τα έθιμα και τις παραδόσεις είναι πιο απλά. Δεν χρειάζεται φαντάζομαι να επιχειρηματολογήσει κανείς γιατί δεν παίζουμε σήμερα τον χάσκα στις αποκριές, ή γιατί δεν «βάζουμε» γουρούνι. Όσο για τις κούνιες των Χριστουγέννων, έχασαν κι αυτές το ενδιαφέρον τους, φίλε Στέλιο, από τότε που τα κορίτσια φόρεσαν παντελόνια.
Ας είμαστε πραγματιστές. Η ποιότητα που κουβαλούν τα δημοτικά μας τραγούδια δεν είναι για τα παιδιά των 15-20-25 χρονών που έχουν ακόμα πολύν δρόμο να διαβούν για να φτάσουν. Έχουν ακόμα πολλούς «Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες» να περάσουν. Κι όπως θα ανακαλύψουν (μιλάμε πάντα για την ανακάλυψη και όχι για την απλή γνωριμία) όσοι ανακαλύψουν τον Ελύτη και τον Καβάφη, τον Αναγνωστάκη και τον Τσίρκα, το Ρεμπέτικο και τον Χατζιδάκη, τον Ανδριόπουλο, αλλά και την Jazz και τα Fados και την κλασσική μουσική και τόσα και τόσα σπουδαία έργα –ελληνικά και ξένα- σε όλους τους τομείς της τέχνης, έτσι θα ανακαλύψουν και οι νέοι συμπατριώτες μας την ομορφιά και την μνήμη των δημοτικών μας τραγουδιών. Είναι όπως η θάλασσα, που είναι εκεί, εκατό μέτρα από τα σπίτια μας, κι όμως υπάρχουν πολλοί που έχουν χρόνια να κατέβουν να την δουν, ενώ έρχονται ξένοι από μακριά και την βλέπουν και την ερωτεύονται. Η ποιότητα δεν χάνεται κι αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό της, ότι βαστάει στον χρόνο. Ας φροντίσουμε λοιπόν για την ποιότητα γενικώς, και εκεί κοντά βρίσκεται και η ανακάλυψη των δημοτικών τραγουδιών από τους νέους.
Υπάρχει για μένα και μία άλλη διάσταση, στο παράπονο για τις παραδόσεις και τα δημοτικά μας τραγούδια που χάνονται, πιο ανθρώπινη και πιο κατανοητή από τις αναλύσεις. Έχει να κάνει με την νιότη μας που φεύγει επίσης, και με τα αγαπημένα μας πρόσωπα που ξεμακραίνουν στον ορίζοντα. Όλα αυτά μόνο το δημοτικό τραγούδι τα λέει με τρόπο μοναδικό, βαθύ και συνάμα αμείλικτο, με δυό λέξεις: «Ψεύτη κόσμε».



ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1)     Σας συνιστούμε το βιβλίο του Gore Vidal «Ιουλιανός» καθώς και αυτό του Claude Fouquet, «Ιουλιανός, ο θάνατος του αρχαίου κόσμου». Για την ιστορία αναφέρουμε πως το βιβλίο του Gore Vidal μεταφράστηκε από τον συμπατριώτη μας Νίκο Χαλέβα που δυστυχώς έφυγε νωρίς. Κυκλοφόρησε αργότερα σε άλλη μετάφραση.